Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Η Πόλις




Είπες· «Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ’ είν’ η καρδιά μου — σαν νεκρός — θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»

Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού — μη ελπίζεις—
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.

Καβάφης Κ. Π.

Δημιουργούμε με αφορμή εικόνες και βιώματα αφού διαβάσαμε κι ακούσαμε το ποίημα του Καβάφη και από τη φωνή της Έλλης Λαμπέτη




Περίπατος στην πόλη 





Θά 'θελα νάμαι μια ρόδινη δροσοσταλίδα
που ξεγλιστρώντας από τα χέρια ενός πλάτανου
μια δροσερή κι ανήλιαγη αέρινη πνοή
θα κατάπινε και θα κουβαλούσε στη ράχη της απάνου
καλπάζοντας, οδεύοντας μανιασμένα στην πηγή της ζωής
ακολουθώντας το μονοπάτι ενός αναπάντεχου ενστίκτου
σπαρμένου με μια σύνθεση ιδρώτα και ονείρου
χωμένων βαθιά κάτω από τις αφιλόξενες πέτρες του.
Έτσι θα αλυχτούσα πονεμένα στα δρομάκια
παραβλέποντας τα αισχρά θεάματα του όχλου
και ζωσμένη μ' ένα παράπονο, τυλιγμένο γύρω μου σα μανδύα
ανήμπορη για την ανατροπή, χωρίς πληγή μα με πληγή
θα πετούσα ολούθε και θα μάζευα εικόνες
μιας πόλης που ξεψυχά...
  
Νέμεσις




 [Γρήγορα ξεχνάς]
 
 
 



Γρήγορα ξεχνάς,
την αφή της καρέκλας στην αυλή με τα κυπαρίσσια
τον ήχο του πλακόστρωτου στενού και τα παιδιά να τρέχουν,
τη γεύση της βροχής κάτω απ' τον πλάτανο,
τη μυρωδιά του λουλουδιού στη γωνία και τα 
αναμμένα φαναράκια το δείλι,
τηνόψη του φεγγαριού μέσα από το καμπαναριό του Αη Γιώργη

Ώρες τριγυρνούσες στους δρόμους
μέχρι να ξημερώσει
ώσπου να κοιμηθεί όλος ο κόσμος
και να μείνεις μόνος σου
Καθόσουν στο παγκάκι της πλατείας ώσπου να ξημερώσει
κρατούσες συντροφιά στη γειτονιά
για να ανπληρώσεις τα χρόνια που θα 'λειπες
το δάκρυ σου έδινε ζωή
τώρα έφυγες κι ο θάνατος θερίζει

Μόνο η γυναίκα στο παράθυρο έμεινε
περιμένει να σε δει να διαβαίνεις τους ίδιους δρόμους.
Προσμένει και έμεινε να δακρύζει στη θέση σου
Έφυγες και μονομιάς σβήστηκαν όλες οι μνήμες σου
Όσοι έμειναν πίσω όμως θυμούνται κι ελπίζουν

Φαίδρα


 Ι






Πλοίο χωρίς επιστροφή, με τέρμα μια πόλη
Μακρινή,
Όχι μια πόλη σαν αυτή
Μυρωδιές και ήχους καρτερώ,
Εικόνες και αναμνήσεις νοσταλγώ,
Τις ρόδινες τις πινελιές
Στο καβαλέτο του ουρανού
Δεν αντικρίζω,
Απ' τα παραθυρόφυλλα το άρωμα της κανέλλας
Δεν  μυρίζω,
Το άγιο το νερό του Βόσπορου
Δεν το αγγίζω,
Σε μονοπάτια πια άγνωστα, τρομακτικά,
Βαδίζω
Σαν λύπη η πνοή της μακριά ...

Μια ζωή ηχηρή
Ξέρω πως δε θα ζήσω
Δάκρυα λύπης, μοναξιάς με πλημμυρίζουν
Είναι αυτά που τη μαγεία της πόλης μου θυμίζουν
Δρόμους οικείους , δρόμους στιγματισμένους
Από τα βήματά μου...

Μα φταίω εγώ που άργησα
Να μάθω τη ζωή, τη μάγισσα
 
Χρωματένια



Πόλη





Ι

Όχι μόνον δρόμοι και σπίτια,
όχι δένδρα, πλατείες και πάρκα
ούτε καν μυρουδιές και ήχοι

Αλλά αισθήματα
κυρίως αισθήματα και μόχθος
και πείσμα
και χαμόγελα που υπόσχονται
Αγάπη

Ίσως γι αυτό να σε χαρακτηρίζουν 
Ερωτική


ΙΙ





Χαμένη
μέσα σε γνωστούς δρόμους
που σκληρά με διώχνουν
σαν άγνωστη

Μέσα στις πολλές καλημέρες
και τα "πώς είστε"
κι αυτό το αφόρητο
"γιατί χαθήκαμε"

Χαμένη
μέσα στους ρυθμούς σου 
και τη δουλειά
και το "τρέξε να προλάβεις"

Χαμένη 
απ΄την αγκαλιά σου
γιατί
φταίω κι εγώ