Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Αφιέρωμα στο Μίμη Σουλιώτη





Πέθανε ο λογοτέχνης Μίμης Σουλιώτης 






Σήμερα η Ελλάδα πενθεί έναν πνευματικό άνθρωπο, τα γράμματα ένα δάσκαλο, η ποίηση έναν ποιητή και η Δημιουργική Γραφή το δικό της άνθρωπο. Χθες το πρωί σε κλινική της Θεσσαλονίκης άφησε την τελευταία του πνοή ο Μίμης Σουλιώτης. Ο άνθρωπος που ήξερε να δίνει αξία στα απλά πράγματα, που λάτρευε τα "αβγά μάτ(α)ια".


Πέθανε ο Μίμης Σουλιώτης μετά από εξάμηνη μάχη με τον καρκίνο. 




Γεννημένος το 1949 με καταγωγή από την Πελοπόννησο και το Μοναστήρι της πρώην Γιουγκοσλαβίας είχε επιλέξει να ζει στη Φλώρινα και να «φροντίζει» τα γράμματα. Είχε σπουδάσει Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης. Μεταπτυχιακά έκανε στη Βυζαντινή Φιλολογία στη Βουδαπέστη ενώ εκπόνησε το Διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.




Είχε περάσει από πολλές δουλειές, μανάβης, φορτωτής ξυλείας, τυπογράφος αλλά βασικά ήταν ένας ακρίτας, ένας πολιτιστικός πόλος από μόνος του. Πνευματικό τέκνο του Γ. Π. Σαββίδη και λάτρης του Καβάφη είχε ιδρύσει το «Βαλκανικό Άσυλο Ποίησης στις Πρέσπες», εξέδιδε περιοδικά, βιβλία για τη Φλώρινα αλλά και την ποίηση, έκανε διαλέξεις, καλούσε συγγραφείς να μιλήσουν. Παράλληλα ήταν αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Νηπιαγωγών της Παιδαγωγικής Σχολής Φλώρινας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και υπεύθυνος της βιβλιοθήκης του.




Στη Φλώρινα στο πλαίσιο του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας οργάνωσε το πρώτο πιλοτικό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής στα αγγλοσαξονικά πρότυπα με δίδακτρα και πολλούς καλεσμένους.



Είχε εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «Σβούρα»,( Τραμ, 1972), «Ποιήματα εν παρόδω», (Τραμ, 1974), «Βαθιά επιφάνεια», (Κέδρος, 1992), «Αβγά μάταια», (Ερμής, 1998), «Περί ποιητικής»,( Ερμής, 1999), «Υγρά», (Ερμής, 2000), «Ήλιος στην σκοτία», (Ερμής, 2001), «Παλιές ηλικίες», (Ερμής, 2002). Τελευταία ποιητική του συλλογή ήταν η «Κύπρον , ιν ντηντ» (Μεταίχμιο, 2011). Στα μη ποιητικά του έργα περιλαμβάνονται τα : «58 σχόλια στον Καβάφη»,( Ύψιλον, 1993), «Οχτώ παραμύθια της Φλώρινας», (Φλώρινα, 1994), «Φλώρινα, μια πόλη στη λογοτεχνία», (Μεταίχμιο, 2002), «Αλφαβητάριο για την ποίηση», (Α.Π.Θ., Επίκεντρο, 1995), «Σκόρπια», (Gutenberg, 2001).


Ήταν υπεύθυνος της σειράς «Ανθολόγος Ερμής» των εκδόσεων «Ερμής», ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Συγγραφέων Δυτικής Μακεδονίας και μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.



Ανακοίνωση εξέδωσε η Εταιρεία Συγγραφέων, της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος, εκφράζοντας τα πιο θερμά της συλλυπητήρια στους οικείους του. Η εξόδιος ακολουθία θα τελεστεί αύριο το μεσημέρι στη Φλώρινα.


Πηγή: Εφημερίδα το Βήμα






Μίμης Σουλιώτης, Περί ποιητικής (ξδ')





Γράφει σαν βουβός εκ γενετής,
κάτι φαντάζεται, αλλάζει χέρι ή μολύβι,
πετάει τον κόπο του απογεύματος,
βγάζει νέο χαρτί για αλλιώτικους τόνους,
θα γράψει ή καλύτερα ή χειρότερα,
στην απλή τούτη τέχνη δεν ισχύει
το «κάθε πέρσι και καλύτερα».

Από τη συλλογή Περί ποιητικής (1974-1999) (1999)

http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=12643.0#ixzz2DRuLguSS






Μίμης Σουλιώτης, Ο χιονάνθρωπος





Με υπαρκτά συναισθήματα
πλάθανε τον χιονάνθρωπο της ενορίας τους
πατικώνοντας το ουρανοκατέβατο χιόνι
στη στρογγυλή πλατειούλα
και τον τριγυρίζαν σαν αδιάφορα
παρατηρώντας πιο πολύ τους περαστικούς
παρά αυτόν τον ίδιο,
με τα χέρια στα βάθη της τσέπης
αφή ξυλιασμένη.
Ύστερα, τον ρίξαν με κλοτσιές,
τον χαλάσαν με το ένστικτο του θανάτου,
τον τσαλαπατήσαν όλα μαζί
σα μαύρη μαγεία,
σαν πολιτικό κρατούμενο:

τα άταχτα, αθώα, ζωηρά παιδάκια.

Από τη συλλογή Βαθιά επιφάνεια (1992)

http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=12643.0#ixzz2DRuqDMlE






Μίμης Σουλιώτης, Θα πάμε τους χειμώνες μαζί







Θα πάμε τους χειμώνες μαζί
εσύ τους καινούριους κι εγώ τους παλιούς
τους κουβαλώ σαν σκληρό κέλυφος, που ασπρίζει
στην άκρη των κυρτών κεραμιδιών της Αχρίδας,
ξερό λευκό σαν ίχνη αγριόπαπιας. Στο μεταξύ
τ' αποδημητικά πουλιά θα είχαν παλιώσει
όποτε εμφανίζεσαι εσύ
στην καταθλιπτική φάση,
παίρνουμε μία από τις εποχές
που μας βγάζει στα ξακρίσματα του τοπίου.
Γονατίσαμε εκεί, αντικριστήκαμε
και τα μέτωπά μας λάμπαν στο αεράκι,
τα χέρια μας λυτά σαν μαλλιά λίγο φυσημένα
κι οι είκοσι ρώγες στ' ακροδάχτυλα
βάραιναν από έρωτα.

Από τη συλλογή Υγρά (2000)

http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=12643.0#ixzz2DRv2eipC






Μίμης Σουλιώτης, Πρέσπες









Είναι ώρες-ώρες θάλασσα κι οι Πρέσπες,
μεγάλη, πρασινο-γάλαζη και γκρίζα,
δεν την περνάς με καντιλλάκ ούτε με βέσπες∙
εδώ λόγια πολύγλωσσα και τ' άλογο πειθήνιο
σέρνει το κάρο με γκούμια από αλουμίνιο
σύρριζα στων βράχων την ξέξασπρη μαρκίζα.

Τόπος τερματικός. Παλιές σκιές
από φως πλάγιο και πιωμένο
περιπολούν άοπλες. Βαραίνουν οι φασολιές,
το νερό αραίωσε, γδέρνεται η βάρκα
στην περιττή ακρογιαλιά∙ τα βράχια πέτρινες μασέλες,
τα οστά του Σαμουήλ γδυτά χωρίς τη σάρκα.

Γελάδια βόσκει στ' αναδυμένα μέρη
το παιδόπουλο∙ προσεχής Έλλην από χέρι,
αξύριστος, λιγνός, λείψανο αχνό στ' αγέρι
τα σαλαγάει σφυρίζοντας με το στόμα και το χέρι.

Από τη συλλογή Παλιές ηλικίες (2002)

http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=12643.0#ixzz2DRvCilJI






Μίμης Σουλιώτης, Ήλιος στην Σκοτία (22.)





Ο ήλιος ανατέλλει εδώ και δύει στην Αλαμπάμα,
τονώνοντας ξελιγωμένα μάτια:
Αλλού το όνειρο κι αλλού το θάμα,
στενάζει ο βετεράνος μετανάστης, Στα κομμάτια!
Οι σκέψεις του κατσιάζουν στο υποτιθέμενο χθες,
πτώμα εαυτού τού πλακώνει τη μνήμη–
ο κορμοράνος βολτάρει πάνω απ' τη λίμνη
και ας το σήκωνε το ειδεχθές.

Από τη συλλογή Ήλιος στην Σκοτία (2001

http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=12643.0#ixzz2DRvOfKcG