Τρίτη 15 Μαΐου 2012

Όχι, δεν σταματήσαμε να δημιουργούμε στην ποίηση. Και πώς θα μπορούσαμε να το κάνουμε άλλωστε με τόσα ερεθίσματα γύρω μας.
Πηγή μας έμπνευσης ο Μπρεχτ και το θεατρικό ο Σπιούνος






ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ

Πολλές φορές με πλησιάζουν κάποιες σκέψεις.
Είναι από αυτές που παραμένουν στο μυαλό.
Που ενοχλητικά πιέζουν τις θνητές μας υπάρξεις.
Και άλλοτε,
Τις δολοφονούν.
Στ’ αλήθεια όμως σκέψη δεν υπάρχει.
Αφού κανείς δεν ξέρει τώρα πια να σκέφτεται.
Αφού και συναισθήματα ίσως να μην υπάρχουν.
Και εύκολα θάβονται στη μνήμη.
Στις μνήμες αυτών που δεν πρόλαβαν να διδαχτούν.
Στις μνήμες αυτών που δεν πρόλαβαν να ζήσουν
Για να ακούσουν τη σοφία να τραγουδά.
Και έτσι,
Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει που ξεχνούν;
Αφού η κοινωνία τους θέλησε
Απρόσωπα υποχείριά της.
Και τώρα οι καημένοι τριγυρνούν
Νεκραναστημένοι ανάμεσα σε νεκρούς.


                                                                                  Αλεξανδριανή











ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ

Πολλές φορές με πλησιάζουν κάποιες σκέψεις.
Είναι από αυτές που παραμένουν στο μυαλό.
Που ενοχλητικά πιέζουν τις θνητές μας υπάρξεις.
Και άλλοτε,
Τις δολοφονούν.
Στ’ αλήθεια όμως σκέψη δεν υπάρχει.
Αφού κανείς δεν ξέρει τώρα πια να σκέφτεται.
Αφού και συναισθήματα ίσως να μην υπάρχουν.
Και εύκολα θάβονται στη μνήμη.
Στις μνήμες αυτών που δεν πρόλαβαν να διδαχτούν.
Στις μνήμες αυτών που δεν πρόλαβαν να ζήσουν
Για να ακούσουν τη σοφία να τραγουδά.
Και έτσι,
Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει που ξεχνούν;
Αφού η κοινωνία τους θέλησε
Απρόσωπα υποχείριά της.
Και τώρα οι καημένοι τριγυρνούν
Νεκραναστημένοι ανάμεσα σε νεκρούς.

                                                             ΑΚ

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012


Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ



Θα ήθελα να χαθώ και πάλι στον Καβάφη!
Θα ήθελα να ήμουν ελεύθερη!
Να περπατάω τώρα δίπλα στην παραλία.
Σε κάποιο νησί.
Έστω στην γλυκιά μου Θεσσαλονίκη.
Να κάνω μια βόλτα στα μαγαζιά.
Χωμένη μέσα στον κόσμο.
Να είμαι μια ακόμη κοινή παρουσία.
Να είμαι ένα ακόμη πρόσωπο μέσα στο πλήθος.
Να δροσιστώ σε μια φοιτητική καφετέρια.
Να χλευάζω τη ζωή και την πορεία μου.
Να παίζω τάβλι.
Να κρίνω την ψυχή μου από τα ζάρια.
Και αφού τα κάνω όλα αυτά.
Αφού διασκεδάσω την πόλη μου.
Θα πάω να κοιμηθώ μες στα βιβλία.
Στο πολυώροφο εκείνο κτήριο.
Εκείνο το σπίτι που ξέρει τα πάντα.
Όλα τα παρόντα, τα παλιά και τα μέλλοντα.
Πόσες φιλοσοφίες!
Πόσες ερμηνείες της ψυχής!
Εκεί θα πηγαίνω για να ονειρευτώ.
Ή έστω να χαζέψω απ’ το παράθυρο.
Και μετά μια βόλτα στο Τελόγλειο.
Για να εναποθέτω την ψυχή μου,
Μόνο για λίγο,
Δίπλα στις ύψιστες απεικονίσεις της φιλοσοφίας.
Να χαμογελάει ψεύτικα και αυτή δίπλα στο μυστήριο της Mona Liza.
Ύστερα θα ήθελα να συναντώ ένα άλλο βλέμμα.
Κάποιον να ικανοποιεί την ευτυχία μου.
Να με παρασέρνει σε πραγματικότητες μη επιτρεπτές.
Να με γλεντάει με στοργή.
Και η μουσική μου.
Να ψέλνει όλη μέρα στο μυαλό μου.
Για να γεμίζει τις στιγμές μου.
Να μην μένουν μισές.
Θα μπαίνω σε μικρές boutique.
Θα είναι γεμάτες χρώματα.
Θα είναι γεμάτες επιθυμίες.
Και θα αγοράζω υφάσματα και δαντέλες.
Βελούδινα και μεταξωτά σκεπάσματα.
Ύστερα θα πλέκω με τη γλυκιά μου μητέρα.
Θα μου μάθει εκείνη να φτιάχνω φορέματα.
Θα μου μάθει εκείνη να είμαι όμορφη και λαμπερή.
Σαν τα κοχύλια.
Γεμάτη αλμύρα.
Θα ευχαριστιόμαστε ανθρώπινες ηδονές.
Στο ίδιο μικρό διαμέρισμα.
Τότε δεν θα μαλώνουμε πια.
Τα καλοκαίρια θα πηγαίνω στο νησί.
Όχι μόνη!
Πάντα θα είναι κοντά μου εκείνος!
Ένα αλμυρό γαλανόλευκο σπιτάκι θα έχω.
Θα σκάει πάνω του το κύμα.
Και όταν κουράζομαι θα τρέχω στην αγκαλιά της θάλασσας.
Για έναν κρότο στον αφρό της.
Και μετά θα ζω ελευθερία στο μικρό μπαλκονάκι.
Θα ποτίζω τα λουλούδια μου.
Θα μοσχοβολάει όλη η γειτονιά.
Θα μαζεύω τα φρούτα από τα δέντρα.
Ο κήπος θα είναι πάντα δροσερός και πλούσιος.
Θα τραγουδάνε τα αηδόνια πρωί και βράδυ.
Και θα βρέχει ο ουρανός αστέρια κάθε νύχτα μας ρομαντική.
Σε μια αιώρα θα γεννηθούν φιλιά και αγάπη.
Θα γεννιούνται.
Συνέχεια.
Μέχρι να μεγαλώσω.
Και όταν μεγαλώσω θα γίνει η αιώρα κούνια βρεφική.
Και τα λουλούδια μου νεράιδες να λατρεύουν το ανθάκι μου.
Το ανθάκι μας.
Νεράιδες, που αρέσουν σε αυτόν.
Να το προσέχουν και να του τραγουδούν τα βράδια όνειρα γλυκά.
Και θα ανθίζει κάθε χρόνο πιο πολύ.
Θα ψηλώνει και θα πληθαίνει.
Ως που θα μας ξεπεράσει.
Ως που θα φτάσει πιο ψηλά και απ’ τους δυο μας.
Και ίσως μέχρι τότε να μην είναι μοναχό του.
Ίσως να φέρει η αγάπη άνθη πολλά.
Και όλοι μαζί θα στρώνουμε το τραπέζι.
Κάθε αυγουστιάτικο μεσημέρι.
Θα φωνάζουν οι ματιές μας και θα ζούμε.
Και η αιώρα θα παραμείνει για πάντα κρεβάτι μωρουδιακό.
Και τα λουλούδια στεφάνι στα βρεφικά μαλλάκια.
Και εμείς θα αφήσουμε την πόλη μας για πάντα.
Θα ζήσουμε στη θάλασσά μας.
Για λίγο ακόμα.
Αγκαλιά.
Α. Κ.